«Η επαγγελματική μου ενασχόληση με τη διδασκαλία με έχει προφυλάξει από εκπτώσεις στην καλλιτεχνική μου συγκρότηση και έχει κάνει ακόμη μεγαλύτερη την αίσθηση που έχω του χρέους να μεταδώσω σωστά και αυθεντικά τα παραδοσιακά μας ακούσματα». Αυτό τόνισε μεταξύ άλλων ο καθηγητής του Μουσικού Σχολείου Γιαννιτσών Αλέξης Στεφανίδης, γνωστός ανά την Ελλάδα για την μαγεία που απλώνει με τη λύρα του, η οποία το 1992 «μάγεψε» και τον ίδιο, όταν είδε τότε έναν ερασιτέχνη λυράρη και του είπε «κάθισε εδώ να με βλέπεις». Ο πατέρας του, ο παππούς του, οικογένεια της παράδοσης και της μουσικής, επηρέασαν τον Αλέξη Στεφανίδη, όχι ως προς τι θα ασχοληθεί —φάνηκε ότι γι’ αυτό και μ’ αυτό γεννήθηκε— αλλά για να τον γοητεύσει και να το κάνει εγγυημένα και καλύτερα.
Πως ξεκινήσατε με τη μουσική και κατόπιν με τη λύρα;
Από μικρός θυμάμαι τον εαυτό μου να πηγαίνουμε για ψάρεμα με τον πατέρα μου και στο δρόμο να παίζει το κασετόφωνο ποντιακά, μουσική του Καζαντζίδη και του Χρύσανθου, αλλά και Ξυλούρη και Θεοδωράκη. Βέβαια όχι μόνο στο ψάρεμα, αλλά και σε κάθε γιορτή ή συνάθροιση της οικογένειας ο πατέρας μου τραγουδούσε και ο παππούς μου ο Αλέξης έπαιζε ή λύρα, ή κιθάρα, ή μπαλαλάικα. Αυτό σαν πρώτη ανάμνηση. Στη συνέχεια, επειδή οι γονείς μου γνωρίστηκαν στο σύλλογο Ποντίων Γιαννιτσών, όπου ο πατέρας μου Γιάννης ως χοροδιδάσκαλος τα χρόνια ‘75-‘76, και η μητέρα μου Σοφία ως χορεύτρια, με παρότρυναν να ξεκινήσω μαθήματα ποντιακού χορού. Εκεί μου γεννήθηκε η επιθυμία να μπορέσω και εγώ να παράγω το πάθος της μουσικής που δίνει φτερά στα πόδια, ήθελα να μπορώ να δημιουργώ στους άλλους την επιθυμία να χορεύουν στο ρυθμό του δοξαριού μου. Έτσι σε ηλικία 10 ετών, ζήτησα από τον «Άγιο Βασίλη» να μου φέρει την πρώτη μου λύρα, έχοντας ως πρώτο δάσκαλό μου τον παππού μου Αλέξη Στεφανίδη, μέσα σε μια αυλή, όπου ο πατέρας μου παρέα με τον πρώτο του ξάδερφο Δημήτρη Στεφανίδη (Μητάκο) μου τραγουδούσαν για να κάνω «εξάσκηση».
Πώς είναι να συνδυάζει κανείς τόσο την εκπαίδευση πάνω στη μουσική, καθότι είστε εκπαιδευτικός στον τομέα αυτό και την παρουσία του σε κάθε είδους εκδήλωση;
Οφείλω να παραδεχτώ πως είναι πάρα πολύ δύσκολο. Χρειάζεται πάνω από όλα μέτρο και σωστή κατανομή του χρόνου. Δε γίνεται για παράδειγμα να «ξημερωθείς» σε ένα πανηγύρι και την άλλη μέρα το πρωί να βρίσκεσαι στο σχολείο. Η δουλειά του εκπαιδευτικού, αν είναι κανείς συνειδητοποιημένος και υπεύθυνος καταναλώνει πολύ χρόνο και ενέργεια και αφήνει λίγα περιθώρια στις υπόλοιπες δραστηριότητες. Οπότε ο συνδυασμός τους αναγκαστικά περιορίζει κατά πολύ τον προσωπικό μου χρόνο. Από την άλλη πλευρά η συμμετοχή σε διάφορες εκδηλώσεις και κατ’ επέκταση σε διάφορες κοινωνικές περιστάσεις, οπλίζει με πείρα που σε βοηθά να δίνεις «έτοιμη» γνώση στο μαθητή, να τον προετοιμάσεις πιο ολοκληρωμένα για να «βγει» στη ζωή και στον επαγγελματικό στίβο. Επίσης η εμπειρία της σκηνής ή ακόμα και του γάμου, ή του πανηγυριού, καθιστά κι εσένα πιο «έτοιμο» μέσα στην αίθουσα. Μαθαίνεις να αναγνωρίζεις τους χαρακτήρες και να διαχειρίζεσαι τους ανθρώπους. Το μεγάλο κοινό βοηθάει να σταθείς σε μια τάξη ή σε ένα σύνολο και με 30, και με 100 παιδιά. Να προσθέσω και πως η επαγγελματική μου ενασχόληση με τη διδασκαλία με έχει προφυλάξει από εκπτώσεις στην καλλιτεχνική μου συγκρότηση και έχει κάνει ακόμη μεγαλύτερη την αίσθηση που έχω του χρέους να μεταδώσω σωστά και αυθεντικά τα παραδοσιακά μας ακούσματα. Με τα παιδιά οφείλει κανείς να είναι πάρα πολύ προσεκτικός, επειδή βρίσκονται στην ευαίσθητη ηλικία που διαμορφώνουν την προσωπικότητά τους και αναζητούν το «στίγμα» τους.
Είναι μεγάλη η ευθύνη να τους μεταφέρεις την παράδοση, αλλά ταυτόχρονα και αξίες και αρχές που συνυπάρχουν μέσα σε αυτή.
Δεν αρκεί να είναι απλώς κανείς ένας καλός μουσικός, χρειάζεται να είναι και ικανός και καταρτισμένος δάσκαλος. Σαν συμπέρασμα θα έλεγα πως ενώ εκ πρώτης φαίνεται η ενασχόληση με την εκπαίδευση να δυσχεραίνει τη συμμετοχή στις υπόλοιπες δραστηριότητες, καταλήγοντας έχω να πω πως η μία μου ιδιότητα του καλλιτέχνη, συμπληρώνει και εμπλουτίζει την άλλη, αυτή του δασκάλου και αμφίδρομα.
Ποιο είναι το ωραιότερο πράγμα που ζήσατε έως σήμερα από την πορεία σας;
Θα έλεγα πως ένα από τα ωραιότερα πράγματα είναι η αγάπη και η αναγνώριση από τους μαθητές μου. Δεν υπάρχει πιο συγκινητικό και ουσιαστικό αίσθημα, από το να σε βρίσκουν άνθρωποι μετά από χρόνια, για να σου εκφράσουν όχι μόνο την αγάπη ή το θαυμασμό τους, αλλά για να σου πουν πως θυμούνται ακόμη τις κουβέντες σας, πράγματα που ζήσατε μαζί, ή να σου εκμυστηρευτούν πως αυτά που είπατε ή κάνατε τους βοήθησαν να βρουν το δρόμο τους στη ζωή. Δεν έχει να κάνει τόσο με τη μουσική ή με τις γνώσεις πάνω στη μουσική. Ανεξάρτητα από το αν ένας μαθητής ακολουθήσει την καριέρα του λυράρη ή του μουσικού, εκείνο που με ενδιαφέρει πρωτίστως είναι με όχημα τη μουσική να βοηθήσω τα παιδιά να βρουν τον εαυτό τους και να πορευτούν με εφόδια, γνώσεις, ήθος και αρχές στη ζωή, να πατάν γερά στα δικά τους πόδια. Και είναι συγκλονιστικό να σου επιβεβαιώνουν πως κάποιες φορές τα έχεις καταφέρει, πως έχεις βάλει και συ ένα λιθαράκι στο να γίνει λίγο καλύτερος ο κόσμος μας. Και ένας σωστός, ένας καλός άνθρωπος, θα παίξει και καλή μουσική. Ταυτόχρονα όμως θα βοηθήσει στο να εξελιχτούμε και να πάμε μπροστά ως σύνολο. Αν επέλεγα να επικεντρωθώ σε ένα μεμονωμένο περιστατικό, θα έλεγα πως από τις πιο σημαντικές στιγμές στην πορεία μου, είναι που συνόδευσα παίζοντας λύρα την αδερφή μου ‘Έφη, νύφη στην εκκλησία. Εκεί τα δάκρυα των γονιών και των οικείων μου, μου επιβεβαίωσαν πως υπάρχει κάτι μαγικό και αληθινό στη μουσική, μια δύναμη που επιδρά ενωτικά και καταλυτικά που επιβεβαιώνει πως αξίζει να υπάρχουμε και να μοιραζόμαστε.
Θα αφήνατε τη μουσική για κάτι άλλο;
Όπως σας είπα και προηγουμένως, η μουσική είναι ένα όχημα. Δεν είναι ότι θα «άφηνα» τη μουσική, αλλά ότι θα μπορούσα να επιλέξω και να ασχοληθώ εξίσου με κάτι άλλο που θα με ωθούσε να εκφραστώ βαθιά, και γνήσια, να επικοινωνήσω και να μοιραστώ την αλήθεια μου, να έρθω σε επαφή με τους ανθρώπους και τον κόσμο.
Τι σημαίνει η λέξη «Πόντος» για σας;
Πόντος είναι οι «ρίζες» μου. Όχι μόνο με τη γεωγραφική έννοια μιας μακρινής πατρίδας, ενός τόπου από τον οποίο εκδιώχθηκαν οι πρόγονοί μου, αλλά με τα βιώματα, τα ακούσματα, τις αξίες και τις παραδόσεις με τις οποίες έχω γαλουχηθεί. Πόντος είναι ο τρόπος που μεγάλωσα και συνεχίζω να ζω, είναι οι αναμνήσεις, οι γονείς, οι παππούδες μου, οι φίλοι και οι συγγενείς μου, είναι οι γεύσεις και οι μυρωδιές της ζωής μας, ουσιαστικά η ταυτότητά μου. Και για να παραφράσω τα λόγια του Καβάφη… «Είμαι κι εγώ ποντιακός…»
Τι θα συμβουλεύατε σε κάποιον νέο που θέλει να ασχοληθεί ή το σκέφτεται να ασχοληθεί με τη μουσική;
Πάνω από όλα θα τον συμβούλευα να τα βρει με τον εαυτό του. Να είναι αυθεντικός και αληθινός, όχι να προσπαθεί να είναι πρώτος ή κάποιος. Γιατί το νόημα της μουσικής δε βρίσκεται στον ανταγωνισμό, αλλά στο μοίρασμα, στο βίωμα, στην επικοινωνία. Να εκφράσει την ψυχή του και το πως θα ήθελε να είναι ο κόσμος μας μέσω της μουσικής , να σέβεται το κάθε όργανο που κρατάει στα χέρια του, και την ιστορία που αυτό πρεσβεύει. Μια ιστορία που για να μαθευτεί θέλει σκάψιμο, υπομονή και επιμονή στη λεπτομέρεια. Κυρίως να τιμά την ταυτότητα, τον ήχο και το ιδίωμα αυτού που επιλέγει, και όχι να το χρησιμοποιεί ως όχημα για να ικανοποιεί φιλοδοξίες και εγωισμούς. Άλλωστε η εποχή μας πάσχει όχι από βεντέτες και σταρ, αλλά από αληθινούς ανθρώπους που έχουν κάτι ουσιαστικό και μοναδικό να μας πουν, «γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε, αδερφέ μου από τον κόσμο. Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο».
Πηγή: pellanews.gr