Ο Μητροπολίτης Αμισού, Γερμανός Καραβαγγέλης αφηγείται στα απομνημονεύματά του:
«Μετά την εξόντωση των Αρμενίων, οι περιουσίες τους κηρύχθηκαν, τραγική ειρωνεία, «εγκαταλελειμμέναι». Και οι Τούρκοι τις αγόρασαν αντί πινακίου φακής. Οι βαρκάρηδες και οι χαμάληδες έγιναν εκατομμυριούχοι. Τώρα ερχόταν η σειρά των Ελλήνων. Ύστερα όμως από το θόρυβο που ξέσπασε στον ευρωπαϊκό και αμερικανικού τύπου εξαιτίας του αφανισμού των Αρμενίων, οι Τούρκοι δεν τόλμησαν στην αρχή να προβούν σε αθρόες σφαγές, αλλά σοφίστηκαν την λευκή σφαγή.
Στις πόλεις οι χοτζάδες και οι έμποροι παντρεύτηκαν με το ζόρι τις πιο όμορφες κοπέλες των αρμονικών αρχοντικών οικογενειών. Στην ύπαιθρο εξελίχθηκαν σκηνές αφάνταστης φρίκης. Έναν λαό ολόκληρο, δύο και πλέον εκατομμυρίων τον είχαν θέσει εκτός νόμου και χάθηκε από προσώπου γης μέσα σε δύο εβδομάδες. Έτσι, η μεγάλη Αρμενία έμεινε χωρίς Αρμένιους. Μερικές χιλιάδες από αυτούς, για να σωθούν ασπάστηκαν το μωαμεθανισμό. Μα ούτε και έτσι γλύτωσαν, γιατί ύστερα από λίγο με διαταγή του Ταλαάτ είχαν την ίδια με τους άλλους τύχη. Μεταξύ πολλές αρμένικες οικογένειες της επαρχίας μου, μου παρέδωσαν εκατοντάδες παιδιά για να τα σώσω. Κι εγώ τα μοίρασα αμέσως σε ελληνικά σπίτια. Και όσα δεν μπόρεσα να τοποθετήσω κάπου ασφαλώς, τα έκρυψα στη Μητρόπολη. Ακόμα και ο πρόξενος της Γερμανίας, επειδή φοβήθηκε να κρατήσει στο σπίτι του μια εικοσάχρονη Αρμενοπούλα, την έφερε και μου την παρέδωσε. Αλλά και πολλούς νέους που ήταν ικανοί να φέρουν όπλα, άρχισα να τους στέλνω στα ελληνικά αντάρτικα σώματα.
Όταν η κυβέρνηση έμαθε – και δεν άργησε δυστυχώς να το μάθει – πως κρύβονται στην Αμισό Αρμενόπουλα, τοιχοκόλλησε παντού προκηρύξεις που έλεγαν ότι όποιος απ’ τους Έλληνες έκρυβε παιδιά Αρμενίων, θα τον κρεμούσαν μαζί με αυτά στην πόρτα του σπιτιού του. Κατατρομαγμένος ο πληθυσμός μου επέστρεψε όλα τα παιδιά και τις γυναίκες που τους είχα εμπιστευτεί. Έτσι γέμισαν ασφυκτικά όλες οι αίθουσες του μητροπολιτικού μεγάρου. Αλλά κι αυτό το έμαθε η τουρκική διοίκηση και ο μουτεσαρίφης ζήτησε να του τα παραδώσω.
Ύστερα από μακρά συζήτηση και με τολμηρά επιχειρήματα κατόρθωσα να τον πείσω να μην εκτοπίσει τα δυστυχισμένα πλάσματα. Κι αφού πήρα την ρητή υπόσχεσή του, του τα παρέδωσα. Ο μουτεσαρίφης κράτησε πράγματι το λόγο του κι έτσι σώθηκαν από βέβαιο θάνατο ή εξισλαμισμό πολλά Αρμενόπουλα».
Πηγή: Θρεψιάδου Αντιγόνη-Μπέλλου, «Μορφές Μακεδονομάχων και τα ποντιακά του Γερμανού Καραβαγγέλη», Αθήνα 1984