Το «μαινόμενον μέλι» ή Ζαντόμελο ή παλαλόν μελ, είναι το μέλι που μας περιγράφει ο Ξενοφώντας στην «Κύρου Ανάβαση». Ο Ξενοφώντας βρισκόταν στο όρος Θήχη του Πόντου μαζί με τους μύριους, προσπαθώντας να φτάσουν στην Ελλάδα μετά από μια περιπετειώδη πορεία. Ενώ τους χώριζε πορεία μόλις δύο ημερών από την Τραπεζούντα, κάθισαν να ξεκουραστούν μετά τη νικηφόρο αναμέτρησή τους με τους Κόλχους.
Τότε τους συνέβη εκεί ένα παράξενο πάθημα που το περιγράφει με μεγάλη ακρίβεια ο Ξενοφώντας. Οι στρατιώτες έφαγαν μέλι και «απώλεσαν τας φρένας», καταλήφτηκαν από εμετούς και διάρροια και κανένας δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος. Όσοι είχαν φάει μικρή ποσότητα έμοιαζαν με μεθυσμένους, όσοι έφαγαν πολύ έμοιαζαν με τρελούς ή πεθαμένους. Την επόμενη μέρα δεν πέθανε κανείς και ακριβως την ίδια ώρα ανέκτησαν τας «φρένας», ενώ την τρίτη και τέταρτη μέρα συνήλθαν όλοι, σαν να είχαν πάρει ένα ισχυρό φάρμακο.
Το μέλι αυτό παράγεται ακόμα και σήμερα στην περιοχή αυτή του Πόντου με τις ίδιες ακριβώς ιδιότητες που περιγράφει ο Ξενοφώντας. Προέρχεται από τα λουλούδια της «αζαλέας της ποντικής» και του «ροδόδεντρου». Τις ιδιότητες αυτές έχουν τα συγκεκριμένα φυτά μόνον στην περιοχή αυτή και σε συγκεκριμένο ύψος.
Το συγκεκριμένο μέλι περιγράφουν και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Αριστοτέλης στο έργο του «περί θαυμαστών ακουσμάτων». Παραθέτω το χωρίο: «Ἐν Τραπεζοῦντι τῇ ἐν τῷ Πόντῳ γίνεται τὸ ἀπὸ τῆς πύξου μέλι βαρύοσμον·καί φασι τοῦτο τοὺς μὲν ὑγιαίνοντας ἐξιστάναι, τοὺς δ᾽ ἐπιλήπτους καὶ τελέως ἀπαλλάττειν» (Στην Τραπεζούντα στον πόντο γίνεται μέλι με βαριά οσμή που τους υγιείς τους τρελαίνει και τους επιληπτικούς τους κάνει καλά). Το μέλι αυτό κατά τον Αριστοτέλη προέρχεται από το πυξάρι, το τσιμισίρι. Την ίδια άποψη εκφράζει και ένας άλλος συγγραφές ο Αιλιανός. Για το μέλι αυτό κάνει αναφορά και ο πόντιος γεωγράφος Στράβων ο οποίος λέει: «μαινόμενον μέλι, ό φέρουσιν οί ακρέμονες(κλωνάρια) των δέντρων. Μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα δεν ήταν σαφές από ακριβώς φυτά προέρχεται αυτό το μέλι.
Ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος ασχολείται και αυτός με το «μαινόμενο μέλι». Περιγράφει και αυτός τα ίδια συμπτώματα, όσοι το τρώνε γίνονται αλλόφρονες, το αποδίδει στα άνθη του «ροδόδεντρου», με το όνομα αυτό μάλλον εννοεί και τα δυο φυτά, την αζαλέα και το ροδόδεντρο. Οι πόντιοι πλήρωναν στους ρωμαίους ένα μέρος του φόρου σε κερί, αλλά απέφευγαν να τους δίνουν και μέλι.
Τα συγκεκριμένα φυτά είναι ξυλώδη, δικοτυλήδονα, ομοπέταλα και ανήκουν στην οικογένεια των ροδόδεντρων. Είναι μεγάλοι θάμνοι και ευδοκιμούν στην κεντρική Ασία και στην αλπική ζώνη των Ιμαλάϊων όπου ευδοκιμούν 40 είδη. Στον Πόντο υπάρχουν τρία ενδημικά είδη, το «ροδόδεντρο το καυκασιακόν», το «ροδόδενδρον το ποντικόν», η «αζαλέα η ποντική».
Σήμερα οι επιστήμονες ξέρουν με ακρίβεια τις τοξικές ουσίες αυτού του μελιού. Είναι οι τοξίνες ακετυλική ανδρομεδόλη και η ροδοτοξίνη, η οποία προέρχεται από το νέκταρ των δυο φυτών της αζαλέας και του ροδόδεντρου.
Η χρήση του σε μικρές ποσότητες είναι τονωτική και θεραπευτική, ακόμα και ναρκωτική. Η λαϊκή ιατρική το χρησιμοποιούσε για τη θεραπεία των ελκών στομάχου και γαστρεντερικών διαταραχών. Η σύγχρονη έρευνα έχει αποδείξει ότι η λελογισμένη χρήση του ρίχνει την υπέρταση, ειδικά αν συνδυαστεί με τον χυμό κάποιων λαχανικών. Ακόμα και σήμερα το χρησιμοποιούν και την διαχείριση του διαβήτη, επειδή μειώνει την γλυκόζη στο αίμα.
Υπάρχουν ωστόσο και κάποιες ιστορικές μαρτυρίες όπου αυτό χρησιμοποιήθηκε σαν «χημικό όπλο». Το 946 μ.Χ. πέντε χιλιάδες ρώσοι σφαγιάστηκαν από την Όλγα του Κιέβου, όταν αυτοί κατανάλωσαν μεγάλες ποσότητες μελιού και έπεσαν στο έδαφος. Το μέλι τους είχαν στείλει οι σύμμαχοί τους. Στην ίδια περιοχή ο ρωσικός στρατός έσφαξε το 1489 δέκα χιλιάδες Τατάρους, οι οποίοι είχαν φάει από αυτό το μέλι που οι Ρώσοι άφησαν επίτηδες στο εγκαταλειμμένο στρατόπεδό τους.
Μέλι με αυτές τις ιδιότητες παράγεται σήμερα και στο Νεπάλ, όπου φύονται τα ροδόδεντρα. Οι ντόπιοι ξεχωρίζουν το τοξικό μέλι από την αίσθηση ενός τσιμπήματος, όταν το βάζουν πάνω στην παλάμη τους. Την άνοιξη το δίνουν σε πολύ μικρές ποσότητες στα ζώα τους σαν τονωτικό. Τον 18ο αιώνα ήταν πολύ της μόδας στην Ευρώπη, όπου εξάγονταν μεγάλες ποσότητες, το έβαζαν στα ποτά τους και το έλεγαν “miel fou”(τρελό μέλι).
Γιώτα Ιωακειμίδου, Φιλόλογος, καθηγήτρια εκμάθησης ποντιακής διαλέκτου.