To Ωδείο Ηρώδου του Αττικού 1.800 ετών γνωστό ως Ηρώδειο, είναι το αρχιτεκτονικό αριστούργημα της αρχαιότητας χτισμένο στη νοτιοδυτική πλαγιά της Ακρόπολης των Αθηνών.
Πρόκειται για ένα από τα πιο γνωστά και σπουδαία αρχαία θέατρα παγκοσμίως και έχει διακριθεί ως ένα από τα καλύτερα σημεία σε όλο τον πλανήτη για να παρακολουθήσει κανείς θεατρικές, χορευτικές και μουσικές παραστάσεις.
Ένα θέατρο της ρωμαϊκής περιόδου το οποίο έχει τη δική του ξεχωριστή και πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία μέσα στο χρόνο.
Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού είναι στην πραγματικότητα το τρίτο, που κατασκευάστηκε στην αρχαία Αθήνα. Η κατασκευή του έγινε μετά το ωδείο του Περικλή και το ωδείο του Αγρίππα στην Αρχαία Αγορά το οποίο έγινε κατά τον 15ο αιώνα π.Χ. Η υλοποίηση της κατασκευής του έγινε με πολύ γρήγορους ρυθμούς σε σχέση με κατασκευές άλλων δημοσίων κτηρίων και μνημείων.
Το Ηρώδειο κατασκευάστηκε το 160 μ.Χ. – 174 μ.Χ. με εντολή και δαπάνες του Αθηναίου Τιβέριου Κλαύδιου Αττικού Ηρώδη.
Το Ωδείο ήταν μια κατασκευή προς τιμήν της αγαπημένης συζύγου του Ηρώδη, Ασπασίας Αννίας Ρήγιλλας, η οποία πέθανε το 160 μ.Χ.. , έτσι θέλησε με αυτό τον τρόπο να τιμήσει την μνήμη της και τελικά κατάφερε να δημιουργήσει ένα αρχιτεκτονικό θαύμα της αρχαιότητας άνω των 1.800 ετών που αποτελεί κόσμημα της Αθήνας αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας.
Το οικοδόμημα αρχικά προοριζόταν για μουσικές εκδηλώσεις και αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ονομάστηκε Ωδείο. Μάλιστα θεωρήθηκε σκόπιμο να γίνει η ανέγερση ενός ωδείου μετά την κατάρρευση του Ωδείου που είχε κτιστεί στο κέντρο της αρχαίας αγοράς της Αθήνας από τον στρατηγό του Αυγούστου, τον Αγρίππα το οποίο αναφέραμε νωρίτερα αλλά και σε αντικατάσταση του ακόμα παλαιότερου Ωδείου του Περικλή, που είχε πυρπολήσει ο Σύλλας το 85 π.Χ..
Όπως συνέβαινε τυπικά στα θέατρα της ρωμαϊκής εποχής, η ορχήστρα του Ηρώδειου κατασκευάστηκε ώστε να έχει ημικυκλικό σχήμα.
Το σκηνικό οικοδόμημα μπορούμε να δει κανείς ότι βρισκόταν υπερυψωμένο στο βάθος της σκηνής και είχε τρεις ορόφους. Μάλιστα οι δύο από αυτούς τους ορόφους διατηρούνται μέχρι σήμερα και φτάνουν σε ύψος τα 28 μέτρα. Η σκηνή του, μήκους 35.4 μέτρων, είχε δύο ορόφους, η κυκλική ορχήστρα διάμετρο 18,80 μέτρα και το κοίλο του, που αποτελείται από 32 σειρές καθισμάτων, χωράει περίπου 5.000 θεατές.
Σύμφωνα με τον καθηγητή αρχιτεκτονικής, Μανόλη Κορρέ για να αναγερθεί το μεγαλοπρεπές; Ωδείο έγιναν απαλλοτριώσεις και διοικητικές πράξεις για να αποκτηθεί το έδαφος τόσο κοντά στην Ακρόπολη. Μια από τις λιγότερες γνωστές πτυχές της ιστορίας του Ηρωδείου είναι πως στην αρχική του μορφή ήταν ολόκληρο στεγασμένο με μια ξύλινη από κέδρο οροφή που για την εποχή του ήταν πρωτοποριακό και συνάμα εντυπωσιακό.
Επιπλέον , το Ηρώδειο κατείχε για αιώνες μια ξεχωρίστη πρωτιά διότι ήταν το ψηλότερο κτίριο της Ελλάδας. Αυτό το κόσμημα της Αθήνας λειτούργησε για περίπου 105 χρόνια, δυστυχώς υπέστη μέσα στους αιώνες πολλές καταστροφές, η μεγαλύτερη όμως καταστροφή του θεάτρου υπέστη το 267 μ.Χ. πιθανόν να πυρπολήθηκε η ξύλινη από κέδρο οροφή από την επιδρομή των Ερούλων, οι οποίοι έκαναν καταστροφές στον Παρθενώνα και σε πολλά οικοδομήματα της αρχαίας Αθήνας.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών και μέσα στο χρόνο το ωδείο εντάχθηκε στην οχύρωση της πόλης της Αθήνας. Το Ωδείο έμεινε για αιώνες ερειπωμένο και μισοθαμμένο κάτω από τα χώματα.
Οι ξένοι περιηγητές που το επισκέφθηκαν ανέπτυξαν διάφορες θεωρίες για το μνημείο. Άλλοι έλεγαν ότι είναι ανάκτορο του Μιλτιάδη και το Διδασκαλείο του Αριστοτέλη.
Ο πρώτος που υπέθεσε ότι ήταν το Ωδείο του Ηρώδη του Αττικού ήταν ο Αγγλος αρχαιολόγος Ριχάρδος Τσάντλερ το 1764. Η πρώτη ενέργεια για την πλήρη αποκάλυψη έγινε επί Όθωνα , χάρη στον Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή. Οι ανασκαφές στο χώρο του μνημείου πραγματοποιήθηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα από τον αρχαιολόγο Κυριάκο Πιττάκη, όπου απομάκρυναν μεγάλους όγκους χώματος.
Το μνημείο αναστηλώθηκε την περίοδο 1952-1953 με μάρμαρο Διονύσου και από το 1957 χρησιμοποιείται για διεξαγωγή καλλιτεχνικών εκδηλώσεων.
Πηγή: dnews.gr