Ο ερχομός του 2023 αναμένεται να θέσει σε ακόμη μεγαλύτερη δοκιμασία την περίοδο της «διαρκούς ειρήνης» των τελευταίων ετών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Εκατό χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, στις 24 Ιουλίου του 1923, η Τουρκία επιδιώκει την ανατροπή βασικών προβλέψεων της συμφωνίας, με πρώτο και δημοσίως διακηρυγμένο στόχο την αλλαγή της κυριαρχίας των νησιών του Αιγαίου που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.
Η αδιανόητη αξίωση της Τουρκίας για αλλαγή του καθεστώτος της κυριαρχίας στα νησιά που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα μπορεί να ακούγεται εξωφρενικά γελοία, υποκρύπτει όμως μια προπαρασκευή πολλών ετών, ίσως και δεκαετιών στο απαράτ του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών όπου οι διπλωμάτες-κλειδοκράτορες των μυστικών της διπλωματίας των Οθωμανών, κομμάτι-κομμάτι, γραμμή-γραμμή και λέξη-λέξη, ερμηνεύουν νομικά τις συνθήκες με τις οποίες τα νησιά του Αιγαίου ενσωματώθηκαν στην ελληνική επικράτεια, για να βρουν γκρίζες ζώνες που θα τους επιτρέψουν να αμφισβητήσουν ακόμη και τις πιο βασικές προβλέψεις.
Ακόμη και τον Ισμέτ Ινονού, πρωθυπουργό της Τουρκίας την περίοδο υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάννης, ανασύρουν στην Αγκυρα, μεταφέροντας σε ξένους συνομιλητές τους ότι ο «Ισμέτ Πασά» ήταν διατεθειμένος να δεχθεί την ελληνική κυριαρχία στα νησιά που παραχωρήθηκαν με τη διεθνή συμφωνία του 1923 μόνο με την προϋπόθεση ότι θα αποστρατιωτικοποιηθούν, επιχειρώντας μια πονηρή συσχέτιση της ουδετεροποίησης των νησιών με την κυριότητά τους.
Απειλές
Επιχειρηματολογώντας ότι το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του ανατολικού Αιγαίου συνεχίζει να ισχύει ακόμη και σήμερα, οι Τούρκοι κατηγορούν την Ελλάδα ότι επιδιώκει και υλοποιεί μια… επεκτατική πολιτική και με τη συστηματική εκστρατεία προβολής των απόψεών τους σκοπεύουν να εδραιώσουν τα επιχειρήματά τους στο διεθνές ακροατήριο, σε μια εποχή που λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της επαμφοτερίζουσας στάσης της Αγκυρας, που διατηρεί καλές σχέσεις και με τη Μόσχα αλλά και με το Κίεβο, το καθεστώς Ερντογάν είναι κάθε άλλο παρά απομονωμένο.
Για τον λόγο αυτό ο ίδιος ο πρόεδρος της Τουρκίας απειλεί ότι θα εξαπολύσει πυραύλους στην Αθήνα και από κοντά τα δύο μεγαλύτερα «εξαπτέρυγά» του, ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και ο υπουργός Αμυνας Χουλουσί Ακάρ, απροσχημάτιστα προειδοποιούν ότι αν το αποφασίσουν τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις θα εισβάλουν μια νύχτα… ξαφνικά στα νησιά του Αιγαίου, και επιδιώκουν να καταστήσουν την Ελλάδα μια χώρα μειωμένης κυριαρχίας κραδαίνοντας την απειλή πολέμου σε περίπτωση που κάποια ελληνική κυβέρνηση επεκτείνει έστω και κατά ένα μίλι την ελληνική χωρική θάλασσα στο Αιγαίο, από το πλάτος των 6 ναυτικών μιλίων σήμερα.
Στο υπουργείο Εξωτερικών γίνεται σοβαρή προπαρασκευή θωράκισης των ελληνικών θέσεων από ομάδες νομικών και διεθνολόγων που ιεραρχούν τα επιχειρήματα απέναντι στις αξιώσεις της Τουρκίας που θυμίζουν λογική αρπακτικού. Και μόνο από τους χάρτες που επισήμως έχουν δημοσιεύσει οι Τούρκοι αποτυπώνοντας τη λεγόμενη «γαλάζια πατρίδα» τους με το Αιγαίο χωρισμένο στη μέση και την προσπάθεια υφαρπαγής των θαλασσίων ζωνών ελληνικής κυριαρχίας μεταξύ Κρήτης και Λιβύης αποκαλύπτεται πλήρως η επεκτατική πρόθεση της Αγκυρας στον χώρο του Αιγαίου.
Ο αφοπλισμός των νησιών
Ενδεικτική της τακτικής τους να επιβάλουν τον οικειοθελή αφοπλισμό των ελληνικών νησιών, οι Τούρκοι υποστηρίζουν ότι μόνο σε περίπτωση επίθεσης κατά της Ελλάδας η χώρα αποκτά το δικαίωμα νόμιμης άμυνας για την αυτοπροστασία των νησιών. Επικαλούνται μάλιστα μια δική τους ερμηνεία του άρθρου 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών ότι δήθεν η Ελλάδα μόνο ενώπιον πραγματικής επίθεσης θα είχε δικαίωμα ενεργοποίησης των διατάξεων περί νόμιμης άμυνας για τα νησιά και υποστηρίζουν κυνικά ότι ακόμη κι αν είναι πραγματικές, οι απειλές -αυτές που εξαπολύουν με κάθε ευκαιρία ο Ερντογάν, ο Τσαβούσογλου και ο Ακάρ- δεν επιτρέπουν στην Ελλάδα να χρησιμοποιήσει προληπτικά και προκαταβολικά το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι απορίας άξιον τι μπορεί να συζητήθηκε στη συνάντηση της διευθύντριας του διπλωματικού γραφείου του Κυριάκου Μητσοτάκη, Αννας Μαρίας Μπούρα με τον Ιμπραχίμ Καλίν, εκπρόσωπο του Ταγίπ Ερντογάν, στις Βρυξέλλες, παρουσία του Γενς Πλέτνερ, διπλωματικού συμβούλου του καγκελαρίου της Γερμανίας Ολαφ Σολτς, που αποκάλυψε το «ΘΕΜΑ» στις 18 Δεκεμβρίου. Απλώς ενεργοποιήθηκε ένας δίαυλος επικοινωνίας των Αθηνών με την Αγκυρα, μια κόκκινη γραμμή σε περιπτώσεις που η κατάσταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις κινδυνεύσει να εκτραπεί σε πολεμικό επεισόδιο, με την παρέμβαση κυρίως του Βερολίνου που διαβλέπει τους κινδύνους από την απειλητική τουρκική προπαρασκευή.
Η ελληνοτουρκική συνάντηση των δύο στενών συμβούλων, αγγελιαφόρων ίσως, του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Ταγίπ Ερντογάν δεν σηματοδότησε τη βελτίωση των σχέσεων της Ελλάδας και της Τουρκίας, παρά μόνον επιβεβαίωσε την κατάσταση μη πολέμου, στην οποία πορεύονται οι δύο χώρες εδώ και μήνες, προετοιμάζοντας τους δύο λαούς για όλα τα ενδεχόμενα, ακόμη και το καταστροφικό μιας σύγκρουσης που δεν φαντάζει απίθανη. Κι όλα αυτά στο 2023 που μοιάζει έτος απρόβλεπτο. Εκλογικές αναμετρήσεις για ανάδειξη νέων κυβερνήσεων θα γίνουν στην Ελλάδα, στην Τουρκία και την Κυπριακή Δημοκρατία. Μάλιστα και σε ό,τι αφορά στην Τουρκία, πυκνώνουν οι φήμες που θέλουν επίσπευση των εκλογών, με πιθανότερες ημερομηνίες την 30η Απριλίου ή την 14η Μαίου.
Το επόμενο εξάμηνο αναμένεται να εξελιχθεί ένα διαβολεμένο παιχνίδι με τη φωτιά, σε ένα γενικότερο περιβάλλον αστάθειας, έναν συνεχιζόμενο πόλεμο για 310 ημέρες στην καρδιά της Ευρώπης, μια σύνθετη παγκόσμια οικονομική και ενεργειακή κρίση. Αν μη τι άλλο, όταν το παίγνιο διεξάγεται σε συνθήκες που θυμίζουν κινούμενη άμμο, η επιχειρησιακή ετοιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων και η έντιμη συνεννόηση με δοκιμασμένους συμμάχους που έχουν τα ίδια συμφέροντα με τη χώρα παράλληλα με τη διαφύλαξη εθνικής ενότητας είναι ικανές και αναγκαίες συνθήκες για να αποφευχθούν δυσάρεστοι και πιθανώς εθνικά επώδυνοι αιφνιδιασμοί.
Πηγή: protothema.gr