ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑ.gr | Επέτειος Ιμίων: Τα 13 ελληνικά λάθη - Τι θα γινόταν σήμερα σε μια ελληνοτουρκική σύγκρουση
Επέτειος Ιμίων: Τα 13 ελληνικά λάθη – Τι θα γινόταν σήμερα σε μια ελληνοτουρκική σύγκρουση
(Φωτο: protothema.gr)
30 Ιαν
0
Σχόλια

Επέτειος Ιμίων: Τα 13 ελληνικά λάθη – Τι θα γινόταν σήμερα σε μια ελληνοτουρκική σύγκρουση

Σχεδόν 30 χρόνια έχουν παρέλθει από την σοβαρότερη ελληνοτουρκική κρίση της σύγχρονης περιόδου.

Ωστόσο, για ακόμη μια χρονιά, 29 χρόνια μετά την πολύκροτη κρίση των Ιμίων, τα ερωτήματα για τις ευθύνες, οι οποίες οδήγησαν στα γεγονότα του 1996 αποτελούν αντικείμενο έντονης συζήτησης και αντιπαράθεσης.

Όχι μονάχα για το γόητρο ή την κυριαρχία στα νερά του Αιγαίου, αλλά κυρίως επειδή την μοιραία νύχτα Ελλάδα πρόσθεσε στο πάνθεον των ηρωικών της μορφών ακόμη τρεις άνδρες: τα τρία μέλη του πληρώματος του ελικοπτέρου, δηλαδή τον κυβερνήτη Υποπλοίαρχο Χριστόδουλο Καραθανάση, τον συγκυβερνήτη Υποπλοίαρχο Παναγιώτη Βλαχάκο και τον χειριστή ραντάρ Αρχικελευστή Έκτορα Γιαλοψό.

Η ανάλυση των γεγονότων

Όσα συνέβησαν εκείνη την περίοδο πριν από 29 χρόνια είναι χιλιοειπωμένα και καθίσταται άσκοπη η επανάληψή τους αμιγώς με την μορφή παράθεσης γεγονότων.

Μπορεί πλέον τα ελληνοτουρκικά να έχουν μπει σε άλλη ρότα, τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο, ωστόσο η ανάλυση των γεγονότων και των αντιδράσεων, που οδήγησαν στην κρίση των Ιμίων καθίσταται πάντα επίκαιρη. Άλλωστε το βαθύ κράτος της Τουρκίας δεν χάνει ευκαιρία να εκφράζει ανοιχτά τις…ορέξεις του.

Με αφορμή την επέτειο των Ιμίων, το Newsbomb.gr απευθύνθηκε στον ειδικό αμυντικό αναλυτή κ. Δημήτρη Τσαϊλά, Ναύαρχο ε.α*, o οποίος αποτύπωσε τις ευθύνες της μοιραίας νύχτας.

«Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι κατά τη διάρκεια μίας διακρατικής κρίσεως άμυνας και ασφάλειας, την αποκλειστική ευθύνη της διαχειρίσεως αυτής φέρει η πολιτική ηγεσία της χώρας. Η εκάστοτε κυβέρνηση ευθύνεται για την πρόληψη, την έγκαιρη αναγνώριση και τη διαχείριση μίας κρίσεως με σειρά μέτρων (διπλωματικών, οικονομικών, στρατιωτικών κ.λπ.) κλιμακώσεως ή αποκλιμακώσεως, στο πλαίσιο της αποτροπής, ενώ οι εμπλεκόμενοι φορείς (ιδιαίτερα το ΥΠΕΞ και το ΥΕΘΑ), οφείλουν να ακολουθούν πιστά τις σχετικές πολιτικές αποφάσεις», σχολιάζει αρχικά ο Δημήτρης Τσαϊλάς.

Όπως εξηγεί ο ίδιος «το ορθό και εφικτό των πολιτικών αποφάσεων εξαρτάται εν πολλοίς και από τη διαρκή παροχή στρατιωτικών ενημερώσεων και εισηγήσεων από τη στρατιωτική προς την πολιτική ηγεσία», είπε χαρακτηριστικά, ενώ έκανε λόγο για απαίτηση στενών και ομαλών σχέσεων μεταξύ τους.

«Το οδυνηρό τραύμα της κρίσης των Ιμίων τον Ιανουάριο 1996 μετέτρεψε τις τουρκικές προκλήσεις σε αντικείμενα ενδελεχούς έρευνας, καθιστώντας την αποτροπή τον προτιμώμενο οδηγό της πολιτικής μας στη θέση του μέχρι τώρα περιοριστικού γεωπολιτικού λογισμού», σχολιάζει.

«Σε κάθε περίπτωση η επιτυχής αποτροπή του αντιπάλου σε περίοδο κρίσεως, προϋποθέτει κατ’ ελάχιστον πολιτική βούληση χρήσεως στρατιωτικής ισχύος (εάν απαιτηθεί) και Ένοπλες Δυνάμεις ικανές να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά όχι μόνο θερμά επεισόδια αλλά και μία γενική πολεμική αναμέτρηση», επισημαίνει ο Ναύαρχος στο Newsbomb.gr.

Η κρίση και η συνταγή της αποτυχίας

Σύμφωνα με τον κ. Τσαϊλά υπάρχουν κάποιες βασικές προϋποθέσεις που μπορούν να συντελέσουν για την επιτυχημένη ή αντιθέτως την αποτυχημένη διαχείριση μιας κρίσης. «Μία κρίση χαρακτηρίζεται από στενότητα χρόνου, ένταση, πυκνή και δυναμική αλληλουχία γεγονότων, πληθώρα πληροφοριών ενίοτε συγκεχυμένων ή και αλληλοσυγκρουομένων, ψυχική και σωματική καταπόνηση, καθώς και απαίτηση λήψεως σημαντικών αποφάσεων υπό πίεση. Κατά συνέπεια η επιτυχής αντιμετώπιση μίας κρίσεως απαιτεί προϋπάρχουσα θεσμική, ηγετική, οργανωτική, γνωστική, εμπειρική και υλική προετοιμασία σε όλα τα επίπεδα. Ελλείψεις συνεργασίας και οργανώσεως, αμοιβαίες καχυποψίες, αυθαίρετοι ερασιτεχνισμοί, καθώς και ανάγκη για φροντιστήρια βασικών γνώσεων εν ώρα κρίσεως, απλώς συναποτελούν την βέβαιη συνταγή μίας αποτυχίας».

Τα πολιτικά σφάλματα της κρίσης των Ιμίων

Ο αμυντικός αναλυτής συνόψισε τα «κύρια πολιτικά σφάλματα της κρίσεως των Ιμίων» επιγραμματικά στα ακόλουθα:

«1)Παρά τις ενδείξεις η κρίση δεν εντοπίσθηκε έγκαιρα, ώστε να υπάρξουν ανάλογες προληπτικές ενέργειες. Ακόμη και όταν η κρίση έγινε ορατή, αρχικά υποβαθμίσθηκε

2) Το αποκλειστικά αρμόδιο ΚΥΣΕΑ ουδέποτε συνεκλήθη, με αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός να ενημερώνεται κυρίως από συμβούλους και άλλοι φορείς (π.χ. ΥΕΘΑ, Α/ΓΕΕΘΑ) να αποδεσμεύουν εξ ανάγκης Εθνικούς Κανόνες Εμπλοκής, αρμοδιότητος ΚΥΣΕΑ

3) Οι αντιδράσεις υπήρξαν ανακλαστικές και όχι αποτέλεσμα στρατηγικού σχεδιασμού

4) Δεν αξιοποιήθηκαν πλήρως τα διπλωματικά και γεωπολιτικά μας ερείσματα

5) Η πολιτική ηγεσία δεν γνώριζε στοιχειώδεις κανόνες αποτροπής, καθώς και βασικές διαδικασίες κλιμακώσεως και αποκλιμακώσεως της κρίσεως

6) Οι σχέσεις πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας δεν ήταν αγαστές

7) Υπήρχε αμοιβαία καχυποψία μεταξύ κορυφαίων στελεχών της κυβερνήσεως

8) Υπήρχε έλλειψη συνεργασίας μεταξύ συναρμοδίων υπουργείων

9) Υπήρξαν πολλαπλοί και παράλληλοι δίαυλοι επικοινωνίας με το εξωτερικό, δίχως μάλιστα κοινή γραμμή

10) Υπήρξε αναντιστοιχία πολιτικών εξαγγελιών και πράξεων.

11) Ουδέποτε η πολιτική ηγεσία (ή στελέχη αυτής) ενημερώθηκε και έλαβε αποφάσεις στον φυσικό χώρο αντιμετωπίσεως κρίσεων που είναι το Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων

12) Αγνοήθηκε η ΕΥΠ

13) Η πολιτική ηγεσία επέρριψε ευθύνες αποκλειστικά στις ΕΔ της χώρας και δεν προέβη σε αυτοκριτική

Αν γινόταν σήμερα κάτι αντίστοιχο

Αν θεωρήσουμε ότι πλέον πήραμε το μάθημά μας και διορθώσαμε αυτά τα λάθη τι θα γινόταν σε μια υποθετική ναυτική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο Αιγαίο σήμερα;

Πριν από χρόνια, σε δήλωσή του σχετικά με την κρίση των Ιμίων ο Τούρκος καθηγητής Dr. Esad Coşan Hoca συνόψισε τη στάση των μουσουλμάνων λέγοντας: «Θα συγκρουστούμε σαν να μπαίνουμε σε ένα κήπο με τριαντάφυλλα» αν ξεσπάσει πόλεμος.

Έτσι το βλέπουν οι Τούρκοι. Εντούτοις με την προϋπόθεση ότι τόσο η Ελλάδα, όσο και η Τουρκία αντιμετωπίζουν μια λεπτή ισορροπία στρατηγικής, κινδύνου και κοινής γνώμης, ο κ. Δημήτριος Τσαϊλάς προσεγγίζει πιο επιχειρησιακά αυτή την υποθετική ναυτική σύγκρουση.

Η σύγκριση των στόλων

«Η Τουρκία έχει μεγαλύτερο στόλο και πιο διαφοροποιημένο με ένα εκσυγχρονισμένο σύνολο ενεργητικών μονάδων, που σημαίνει ότι μπορεί να αναπτύξει πολλαπλές πλατφόρμες σε όλο το Αιγαίο. Ο μεγαλύτερος στόλος της Τουρκίας επιτρέπει συνεχείς επιχειρήσεις, ειδικά εάν η Ελλάδα διασκορπίσει τις δυνάμεις της για να προστατεύσει πολλά νησιά και στρατηγικά σημεία. Αυτή η διαφορά μπορεί να πιέσει το Πολεμικό Ναυτικό να διατηρήσει τις μεγάλες μονάδες όπως Φρεγάτες στο κεντρικό Αιγαίο ως «στόλο εν ενεργεία» και μια ισχυρή εφεδρική δύναμη που αποτρέπει την τουρκική επιθετικότητα χωρίς να εμπλακεί άμεσα εκτός και αν είναι απολύτως απαραίτητο. Αυτή η στρατηγική θα μπορούσε να βοηθήσει στη διατήρηση της αποτροπής χωρίς να διακινδυνεύσει μεγάλες απώλειες».

«Η ελληνική κοινή γνώμη θα μπορούσε να περιορίσει τις στρατιωτικές ενέργειες, ειδικά εάν υπάρξει απώλεια έστω και μιας μεγάλης μονάδας κρούσεως που θα οδηγούσε σε εθνική αντίδραση. Οι Φρεγάτες αντιπροσωπεύουν όχι μόνο μια σημαντική οικονομική επένδυση αλλά και σύμβολο εθνικής υπερηφάνειας. Εάν το Πολεμικό Ναυτικό χάσει μια φρεγάτα στη μάχη, θα μπορούσε να είναι ένα σημαντικό πλήγμα στο ηθικό του κοινού και στη στήριξη για συνεχιζόμενες εχθροπραξίες. Αυτός ο περιορισμός θα μπορούσε να μας κάνει πιο διατεθειμένους να υιοθετήσουμε προσεκτικές, αμυντικές στάσεις ή να χρησιμοποιήσουμε τις φρεγάτες σε επιχειρήσεις που ελαχιστοποιούν την έκθεση σε σημαντικές απειλές, όπως τα σμήνη πυραύλων από τις τουρκικές δυνάμεις».

«Η γεωγραφία του Αιγαίου, με τα πολλά νησιά και τα στενά περάσματα, μπορεί να περιπλέξουν τους ναυτικούς ελιγμούς μεγάλης κλίμακας. Αυτό το περιβάλλον ευνοεί τα υποβρύχια, τα ταχέα σκάφη και την αεροπορική ισχύ πάνω από τα μεγάλα πλοία κρούσεως, τα οποία είναι πιο ευάλωτα σε αυτά τα περιορισμένα ύδατα.

Η Ελλάδα μπορεί να δώσει προτεραιότητα σε μικρότερα, πιο ευέλικτα μέσα για εμπλοκές πρώτης γραμμής, χρησιμοποιώντας τις φρεγάτες κυρίως ως κόμβους διοίκησης και ελέγχου ή ως πλατφόρμες για πολυεπίπεδη αεροπορική και πυραυλική άμυνα αντί για άμεση μάχη επιφανείας.

Η απόφαση για την ανάπτυξη μεγάλων μονάδων θα εξαρτηθεί επίσης από την ένταση της σύγκρουσης και τον κίνδυνο κλιμάκωσης. Η Ελλάδα μπορεί αρχικά να κρατήσει σε αποθεματικό αυτά τα υψηλής αξίας περιουσιακά στοιχεία, σηματοδοτώντας στην Τουρκία ότι η κλιμάκωση θα αντιμετωπιζόταν με ολοένα και πιο περίπλοκα αντίμετρα. Ελέγχοντας προσεκτικά πότε και πώς αναπτύσσει μεγάλες μονάδες κρούσεως, η Ελλάδα θα μπορούσε να διαχειριστεί τον ρυθμό της κλιμάκωσης, διατηρώντας επιλογές είτε για αποκλιμάκωση είτε για εντατικοποίηση των απαντήσεων ανάλογα με τις τουρκικές ενέργειες.

Η εμπλοκή των εταίρων του ΝΑΤΟ και της ΕΕ μπορεί επίσης να διαμορφώσει την ανοχή της Ελλάδας στον κίνδυνο με τα πλοία κρούσεως. Η Ελλάδα μπορεί να υπολογίσει ότι η ανάπτυξη των φρεγατών με συγκρατημένη στάση σηματοδοτεί την ετοιμότητα, αποφεύγοντας την άμεση πρόκληση, ενδεχομένως αντλώντας διπλωματική ή ακόμη και περιορισμένη στρατιωτική υποστήριξη από τους συμμάχους.

Εν ολίγοις, ενώ οι φρεγάτες είναι ισχυρά περιουσιακά στοιχεία, αντιπροσωπεύουν επίσης σημαντικό κίνδυνο τόσο όσον αφορά το οικονομικό κόστος όσο και την πιθανή απώλεια ηθικού εάν πληγούν ή καταστραφούν. Το Πολεμικό Ναυτικό μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτά τα πλοία επιλεκτικά, αξιοποιώντας τις δυνατότητές τους για έλεγχο περιοχής, αεράμυνα και αποτροπή, ενώ θα βασίζεται σε μικρότερες, πιο αντικαταστάσιμες μονάδες για να εμπλέκονται άμεσα σε σενάρια υψηλού κινδύνου.

Το Πολεμικό Ναυτικό αντιμετωπίζει μια τρομακτική πρόκληση στην άμυνα έναντι ενός μεγαλύτερου τουρκικού στόλου, οπότε μια στρατηγική που θα βασίζεται σε ισχυρή τακτική άμυνα, τεχνολογική προσαρμογή και επιδέξια τοποθέτηση δύναμης μπορεί να ισοπεδώσει τον αγωνιστικό χώρο. Προστατεύοντας τα μεγάλα πλοία κρούσεως με προηγμένα συστήματα, έξυπνη τοποθέτηση και πολυεπίπεδες άμυνες, η Ελλάδα μπορεί να προφυλαχθεί από μεγάλες απώλειες και ενδεχομένως να υπερβεί ή να αποτρέψει την τουρκική επιθετικότητα.

«Τελικά, η ελληνική επιτυχία στο Αιγαίο θα εξαρτηθεί από την υπεράσπιση των υψηλής αξίας περιουσιακών στοιχείων της και τη χρήση της γεωγραφίας για την ενίσχυση της αμυντικής της δύναμης. Με μια υγιή αμυντική στρατηγική, το Πολεμικό Ναυτικό θα μπορούσε να ανατρέψει τα τακτικά δεδομένα, αποδεικνύοντας ότι η καλύτερη επίθεση σε έναν ναυτικό αγώνα υψηλού κινδύνου είναι πράγματι μια ισχυρή, ανθεκτική άμυνα».

«Ακόμη και όταν κοιτάμε το μέλλον, πρέπει να συμφιλιωθούμε με το παρελθόν – όχι για να θρηνούμε αυτό που συνέβη, αλλά με μια ατσάλινη αποφασιστικότητα να μην επαναλάβουμε ποτέ αυτά τα λάθη. Πρέπει να αφομοιώσουμε τα οδυνηρά διδάγματα της κρίσης του Ιανουαρίου 1996 στα Ίμια, αναγνωρίζοντας ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό η ιδεολογική μας βεβαιότητα που ταλαιπώρησε αυτή τη σπουδαία ναυτική χώρα. Πρέπει να δεσμευτούμε ότι δεν θα επιτρέψουμε να συμβεί ξανά αυτό και να αποφασίσουμε ότι μπορούμε και θα διορθώσουμε την πορεία».

*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι μέλος και ερευνητής του Institute for National and International Security, του Strategy International και του Research Institute for European and American Studies.

Πηγή: newsbomb.gr

ΣΧΟΛΙΑ
Συνεχίζοντας σε αυτό τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση των cookies στη συσκευή σας όπως περιγράφεται στην πολιτική cookies.