Κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρ. Τ. Ερντογάν προέβη σε μια ενδιαφέρουσα δήλωση που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη και ασχολίαστη. Είπε πως η χώρα του άνοιξε την Μονή της Παναγίας Σουμελά προκειμένου να πηγαίνουν Έλληνες προσκυνητές και να μπορούν να προσεύχονται. Στόχος της δήλωσής του, όσον και αν φαίνεται παράξενο σε μερικούς, ήταν να επηρεάσει ένα μεγάλο και δραστήριο τμήμα της ελληνικής κοινής γνώμης, τους εκ Πόντου καταγόμενους Έλληνες, αλλά και να προπαγανδίσει το κράτος του ως κράτος που σέβεται τους χριστιανούς και τα μνημεία τους. Κάτι το οποίο βέβαια δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα.
Το άνοιγμα της Παναγίας Σουμελά για λειτουργία και προσευχή τον Δεκαπενταύγουστο είναι αποτέλεσμα μιας προσχεδιασμένης τουρκικής κρατικής πολιτικής η οποία έχει ως στόχο να πλαγιοκοπήσει τους Ποντίους και να κάμψει τα αιτήματα και τις δραστηριότητές τους για αναγνώριση της γενοκτονίας, αγγίζοντας τα θρησκευτικά τους αισθήματα. Παράλληλα επιδιώκει να εμφανιστεί ως ένα ανεκτικό κράτος. Με λίγα λόγια, θέλει τους Ποντίους ως θρησκευτική και πολιτισμική ομάδα και όχι ως πολιτικά ενεργούς δρώντες. Επιδιώκει να αποπολιτικοποιήσει την ποντιακή ταυτότητα και δραστηριότητα παρέχοντας θρησκευτικά μικροανταλλάγματα.
Εδώ και αρκετά χρόνια το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών και άλλες αρμόδιες τουρκικές δημόσιες υπηρεσίες έχουν προβεί στην λανθασμένη εκτίμηση ότι οι ποντιακοί σύλλογοι και οργανώσεις στην Ελλάδα επηρεάζουν την ελληνική εξωτερική πολιτική έναντι της Τουρκίας καλλιεργώντας μάλιστα έναν υποτιθέμενο «αντιτουρκισμό». Πιστεύουν, και πάλι λανθασμένα, πως πίσω από όλη την δραστηριότητα των ποντιακών οργανώσεων για το θέμα της γενοκτονίας και τις συχνές επισκέψεις στον Πόντο, βρίσκεται το ελληνικό κράτος. Έτσι δημιουργείται μια μείζονα παρεξήγηση. Οι αναλυτές του τουρκικού κράτους θεωρούν ακόμα και την ύπαρξη ποντιακών συλλόγων ως απειλή κατά της Τουρκίας, πράγμα εντελώς ψευδές. Αυτές οι λανθασμένες εκτιμήσεις προδίδουν την προχειρότητα, τον εθνικιστικό δογματισμό και το χαμηλό επίπεδο πολλών στελεχών της τουρκικής δημόσιας διοίκησης. Σε αυτή την λανθασμένη εικόνα συνέβαλαν βέβαια, έστω και δευτερευόντως, και οι ανώφελες δραστηριότητες ορισμένων ατόμων του ποντιακού χώρου, καθώς και κάποιες άστοχες δημόσιες δηλώσεις από αναρμόδιους.
Ο λεγόμενος οργανωμένος ποντιακός χώρος, αφού βέβαια συγκροτηθεί και οργανωθεί πραγματικά και σε νέες βάσεις, έχει να επιτελέσει ένα δύσκολο έργο. Να αναδιαμορφώσει την δημόσια εικόνα του τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, ειδικά εντός της Τουρκίας, αλλά και να αναπτύξει έναν ξεκάθαρο, ανθρωπιστικό δημόσιο λόγο που εντάσσει το ζήτημα της γενοκτονίας στο πλαίσιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του εκδημοκρατισμού της σημερινής Τουρκίας. Αυτό χρειάζεται πολύ δουλειά και εξειδικευμένα στελέχη. Επιπλέον ο χώρος οφείλει να δημιουργήσει σοβαρές γέφυρες συνεργασίας με πολίτες της σημερινής Τουρκίας που μοιράζονται παρόμοιες απόψεις. Δεν είναι λίγοι αυτοί, ειδικά στο χώρο της νεολαίας, της επιστημονικής έρευνας, των τεχνών και του πολιτικού ακτιβισμού. Η φοβία, η βιομηχανία κούφιας νοσταλγίας και ο αυτοαναφορικός λόγος που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια από τις ποντιακές οργανώσεις στην Ελλάδα οδηγούν σε εγκλωβισμό και στασιμότητα.
Η Τουρκία βρίσκεται σε φάση μετάβασης. Στον ποντιακό χώρο παρέχεται μια ιστορική ευκαιρία να αναδείξει δημιουργικά και προπάντων αποτελεσματικά τα αιτήματά του. Επιπλέον, τώρα είναι η ευκαιρία να τεθεί και το θέμα προστασίας των ελληνικών και χριστιανικών μνημείων στην περιοχή, σε συνεργασία με διανοούμενους, δημοσιογράφους και ακτιβιστές της άλλης πλευράς. Υπάρχουν άνθρωποι και στελέχη που γνωρίζουν και μπορούν να διαχειριστούν αυτά τα ζητήματα με αποτελεσματικότητα και για το καλό του συνόλου. Επιπλέον ο ποντιακός χώρος μπορεί να παίξει έναν σημαντικό ρόλο και να βοηθήσει τους πολίτες της σημερινής Τουρκίας να δημιουργήσουν μια πλουραλιστική και αληθινά δημοκρατική χώρα που σέβεται τους γείτονές της, το διεθνές δίκαιο και τους ίδιους τους πολίτες της. Πρέπει, ανάμεσα στα άλλα, να συμβάλουμε και στη διαμόρφωση μιας νέας ατζέντας ελληνοτουρκικών σχέσεων, με ιδέες, προτάσεις και δράσεις. Υπάρχει μεγάλη δυνατότητα παρέμβασης και πολύς κόσμος, στην Ελλάδα και στην Τουρκία, περιμένει από εμάς να λάβουμε πρωτοβουλίες. Όμως ενώ οι πολιτικές εξελίξεις τρέχουν, δυστυχώς εμείς παραμένουμε εγκλωβισμένοι στον απολίτικο μικρόκοσμό μας, στην αδειανή νοσταλγία και στον αμυντικό συναισθηματισμό. Η διαχείριση του αιτήματος αναγνώρισης της γενοκτονίας και όλα τα άλλα μεγάλα θέματα δεν μπορούν να αφεθούν πλέον μόνο στα χέρια των συλλόγων μας. Χρειαζόμαστε νέες συσπειρώσεις και νέες μορφές δράσης που θα ενσωματώνουν και θα εμπνέουν και ανθρώπους των συλλόγων αλλά και θα απευθύνονται σε ευρύτερα ακροατήρια εντός και εκτός Ελλάδας.
- Ο Νίκος Μιχαηλίδης, είναι διδάκτωρ Ανθρωπολογίας, στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον των ΗΠΑ.
Αναδημοσίευση από το efxinospontos.gr.