Για όσα αφορούν τους Πόντιους και Μικρασιάτες πρόσφυγες το κράτος μας, λαλίστατο ως προς άλλες κατηγορίες εισερχομένων προσφύγων, ανέκαθεν και τώρα τηρεί σιγή ιχθύος!
Το θέμα είναι και ιδεολογικό, αλλά έχει και μια πλευρά κουκουλώματος ευθυνών.
Όταν το 1923 με την λεγόμενη «Συνθήκη περί ανταλλαγής πληθυσμών» γνωστή και ως «Συνθήκη της Λωζάννης» αποφασίστηκε να ανταλλαγούν οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Τουρκίας με τους μουσουλμάνους κατοίκους της Ελλάδας, προνόησαν όμως και για την τύχη των περιουσιών των ανταλλασσομένων. Μια επιτροπή ξένων διπλωματών ορίστηκε ως υπεύθυνη για την συγκέντρωση των δηλώσεων κινητής και ακίνητης περιουσίας που θα άφηναν πίσω οι ανταλλάξιμοι. Η Επιτροπή θα άθροιζε τις αξίες των περιουσιών της κάθε πλευράς και σε όποιαν ανήκε η μεγαλύτερη, θα της αποδιδόταν η διαφορά ως ιδιοκτησία της για να την μοιράσει στους δικαιούχους.
Οι περιουσίες που άφηναν πίσω οι Έλληνες ήταν περίπου 9,5 φορές μεγαλύτερη από αυτήν που άφηναν στην Ελλάδα οι μουσουλμάνοι. Συνεπώς έμενε να αποδοθεί αυτή η τεράστια περιουσία στους Έλληνες πρόσφυγες. Τι απέγινε όμως η περιουσία αυτή;
Μετά την αποστολή και ήττα του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, η Τουρκία απαίτησε πολεμικές αποζημιώσεις από την Ελλάδα που τις πήρε σύμφωνα με τη Συνθήκη της Άγκυρας του 1930. Αυτή την αξίωση κάλυψε με παρακράτηση μέρους της ανταλλάξιμης προσφυγικής περιουσίας. Την υπόλοιπη, σύμφωνα με τα πρακτικά της Βουλής και την ενημέρωση του σώματος από την Άννα Συνοδικού διέθεσε το Κράτος —που την παρακράτησε χωρίς να τη δικαιούται— κατά ένα σημαντικό μέρος για τις ανάγκες του πολέμου κατά του φασισμού–ναζισμού. Η αείμνηστη Άννα Συνοδικού, ανάφερε ενημερώνοντας το σώμα πως μέχρι των ημερών της μόνο το 17% εκείνης της περιουσίας είχε διατεθεί στους πρόσφυγες.
Μετά, κατά τη δεκαετία του 90 πύκνωσαν οι ροές των εισερχομένων νεοπροσφύγων από τις χώρες της πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες, που ήταν επίσης δικαιούχοι της ανταλλάξιμης. Όμως οι ανάγκες τους θα έμεναν και πάλι ακάλυπτες και στο βαθμό που τους παρασχέθηκαν κάποιες διευκολύνσεις, τα χρήματα προέρχονταν από εξωτερικό δανεισμό της χώρας. Στο μεταξύ το ταμείο που διαχειριζόταν την ανταλλάξιμη καταργήθηκε , η περιουσία πέρασε στην Κτηματική Εταιρεία του δημοσίου για να χαθούν προφανώς τα ίχνη της. Ας σημειωθεί πως ως και η έκταση της έκθεσης Θεσσαλονίκης αποτελεί ανταλλάξιμη περιουσία. Σήμερα ό,τι απόμεινε , μαθαίνουμε πως πέρασε στο υπερταμείο και η τύχη της δεν ξέρουμε ποια θα είναι.
Έτσι η δικαιούχος ενενηντάχρονη γιαγιά, όπως και τόσοι άλλοι πρόσφυγες γέροντες, αναγκάζονται να δουλεύουν και με φόβο να πουλούν άλλος κρεμμυδάκια, άλλος μαϊντανό, άλλος τερλίκια, στις λαϊκές αγορές για να ζήσουν χωρίς κανένα άλλο πόρο, αφού το κράτος τους έκοψε την πενιχρή σύνταξη που έδινε σε όλους τους ομογενείς. Σήμερα μια γιαγιά από αυτούς, οδηγείται στα κρατητήρια, με κίνδυνο να την ξεκάνει η πατρίδα, που της υπεξαίρεσε αυτά που της ανήκουν!
Αντιγόνη Ιωαννίδου,
εκπαιδευτικός και πολιτικός επιστήμονας