Η επίσημη ιστορία, αλλά και η συλλογική μνήμη, αδίκησαν πολλά πρόσωπα που έδρασαν στα παρασκήνια της ιστορίας, χωρίς να υπολείπεται η σημαντική προσφορά τους στην εξέλιξη των γεγονότων.
Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο ρόλος της Πόντιας γυναίκας στο αντάρτικο που έλαβε χώρα στα βουνά του Πόντου κατά την κρίσιμη περίοδο 1916-1922. Γυναίκες κάθε ηλικίας και κάθε μορφωτικού επιπέδου στάθηκαν μαχήτριες και στυλοβάτες ενός λαού, του Ποντιακού.
Πολλές από αυτές υπήρξαν ο σύνδεσμος ανάμεσα στους αντάρτες και τους κατοίκους των χωριών, οι οποίοι ήταν έρμαια στην εκδικητική μανία των τσέτηδων. Είχαν την επιμέλεια των γυναικόπαιδων και των γέρων, φρόντιζαν για την ασφάλεια και τη διατροφή τους.
Σημαντικός ήταν και ο ρόλος των γυναικών που ήταν πληροφοριοδότες και βοηθοί των ανταρτών. Τέτοια στάθηκε η Φεβρωνία Καράγιαννη από το χωριό Καπού Καγιά της Πάφρας. Οι πληροφορίες της ήταν πολύ σημαντικές για τις εξελίξεις στο μέτωπο των ανταρτών. Έδινε πληροφορίες για τις κινήσεις των Τούρκων τσέτηδων. Είχε συγκεντρώσει πολλά χρήματα από την πώληση των καπνών και τα διέθεσε για αγορά τροφίμων για τα γυναικόπαιδα και τους γέροντες. Μεταξύ των ετών 1919-1923 βοήθησε στη φυγάδευση πολλών Ελλήνων κυρίως προς τη Ρωσία με καΐκια, τα οποία ναύλωνε με δικά της έξοδα. Είχε πολύ καλές σχέσεις με Τούρκους αξιωματούχους και έτσι μάθαινε ποιοί κινδύνευαν και τους φυγάδευε σε ασφαλή μέρη. Συνελήφθη και εκτελέστηκε το 1922 στο καζίνο της Πάφρας.
Πολυμήχανες χρησιμοποιούσαν κάθε μέσο διατροφής, άλεθαν φλούδες από δέντρα και τα ανακάτευαν με λίγο αλεύρι για την Παρασκευή ψωμιού, μέχρι να εξοικονομήσουν τρόφιμα από τα γύρω χωριά. Τολμηρές και ανυπότακτες εισέβαλαν σε τουρκικά χωριά για να βρουν δημητριακά και ζώα. Μια τέτοια καπετάνισσα ήταν η Αναστασιάδου Σοφία από το Τσιμενλή της Σαμψούντας. Είχε δικό της σώμα με εκπαιδευμένα κορίτσια, οπλισμένα και έκαναν επιδρομές για εξεύρεση τροφής για την ομάδα ων ανταρτών.
Παρόμοια δράση είχε και η Αναστασία Ανθοπούλου, η οποία έκανε επιδρομές στα χωριά του Τσαρσαμπά και μετέφερε πάνω στα βουνά τρόφιμα, ρούχα και πρόβατα. Η καπετάνισσα Μέλπω μετά τη δολοφονία του άντρα της στις 18 Απριλίου 1917, ανέλαβε να κάνει το δικό της αντάρτικο σώμα. Έκανε επιθέσεις στα τούρκικά χωριά και έπιανε αιχμάλωτες τουρκάλες για να τις ανταλλάξει με τις Ελληνίδες που προορίζονταν για την εξορία.
Άλλες πάλι ζώστηκαν τα άρματα και πολεμούσαν ισάξια με τους άντρες τους πάνω στα βουνά.
Κάποιες ακολούθησαν τα βήματα των συζύγων τους και πολέμησαν στο πλάι τους, όπως η Αναστασία Ανθοπούλου, σύζυγος του οπλαρχηγού από το Επές, Βασίλ Ουστά (Βασίλη Ανθόπουλου). Η Αναστασία η καπετάνισσα πήρε μέρος σε πολλές μάχες με τους Τούρκους. Οι μεγάλες ικανότητες της καπετάνισσας φάνηκαν στην προσπάθειά της να μεταφέρει με ασφάλεια όπλα στους αντάρτες του συζύγου της.
Καμιά φορά οι πράξεις τους ήταν τόσο παράτολμες που ακόμα και σήμερα μας αφήνουν άφωνους. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η παράτολμη ενέργεια της Μαρίας από χωριό Ακ τεκέ. Τον Αύγουστο του 1919 κατάφερε να στήσει ενέδρα στους Τούρκους και να γλυτώσει από την εξορία 400 γυναικόπαιδα.
Άλλες πάλι, όπως η Δέσποινα Χρυσοδόντα από το χωριό Τουζ Ταρλά, διέθεσαν όλη την περιουσία τους στις ανάγκες του ένοπλου αγώνα. Η Δέσποινα με χρυσές λίρες εξαγόραζε την ελευθερία των συμπατριωτών της με χρυσές λίρες της προίκας της, μια και ήταν ελεύθερη. Όταν έγινε η ανταλλαγή η Δέσποινα πλήρωσε τα εισιτήρια πολλών αναξιοπαθούντων.
Κάποιες από αυτές μετά τη δολοφονία των ανδρών τους, ανέλαβαν αρχηγοί του αντάρτικου σώματος και πολέμησαν λυσσαλέα τους Τούρκους φονιάδες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η Παρθένα Αράπογλου, γυναίκα του καπετάνιου Αράπσον Αναστάς και η Σοφία Καζεπίδου. Η Παρθένα μετά το θάνατο του άντρα της δημιουργεί τη δική της ομάδα με άντρες και γυναίκες και συνεχίζει την πολεμική της δράση. Η καπετάνισσα Παρθένα έδρασε στην περιοχή Έρπαα-Τοκάτης και η δράση της έμεινε ανεξίτηλη στη συλλογική μνήμη.
Παρόμοια ήταν και η τύχη της Σοφίας Καζεπίδου, από το χωριό Ολουχλού της Πάφρας. Από το 1915 ακολουθεί τον φυγόστρατο άντρα της τον Νικόλαο, ο οποίος σκοτώνεται το 1917 και αναλαμβάνει στη θέση του η ατρόμητη Σοφία. Σε μια μάχη στο Γιαλάς μια σφαίρα την χτύπησε στο κεφάλι. Πίσω στην πλάτης της είχε δεμένη την μικρή Ιφιγένεια, δύο χρόνων. Το νήπιο για δυο μέρες βύζαινε το αίμα της μάνας του και έτσι επιβίωσε μέχρι που το βρήκαν και το έσωσαν. Ήταν 27 Ιουνίου 1917. Η μικρή Ιφιγένεια υιοθετήθηκε από ζεύγος ανταρτών. Με την ανταλλαγή ήρθαν αρχικά στη Νυμφόπετρα Λαγκαδά και μετά από λίγα χρόνια στην Κάτω Τούμπα της Θεσσαλονίκης.
Είναι σύνηθες φαινόμενο οι νεαρές αντάρτισσες να έχουν μαζί και τα μωρά τους, όπως η Χαρίκλεια Καραϊσαρλή. Σε μια μάχη στο βουνό Πόομα είχε δεμένο στην πλάτης της το ενός χρονών παιδί της, ενώ το άλλο, δυο χρόνων, την κρατούσε από το φουστάνι. Μέσα στη δίνη της μάχης το δίχρονο αγοράκι χάθηκε. Η ίδια τραυματίστηκε βαριά και πέθανε στη Σαμψούντα, όπου την είχε στείλει για να θεραπευτεί ο καπετάνιος άντρας της, ο Παντελής Καραϊσαρλής. Το αγοράκι βύζαινε τη νεκρή μάνα για να επιβιώσει. Μαζί με τον πατέρα του Παντελή ήρθαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στη Γουμένισσα Κιλκίς.
Ο κατάλογος των γυναικών αυτών είναι μακρύς και δεν χωράει στις λίγες λέξεις του παρόντος άρθρου. Ήταν πολλές, ήταν εκατοντάδες οι ατρόμητες αυτές Πόντιες που σαν τις Αμαζόνες μια άλλης εποχής πολέμησαν γενναία τον Τούρκο με κάθε τρόπο και κάθε μέσο. Δυστυχώς δεν υπάρχει ένας νέος Καβάφης να αναδείξει τον ρόλο τους και την προσφορά τους. Όπως είναι γνωστό ο μεγάλος Αλεξανδρινός σε πολλά από τα ποιήματά του έφερε στο προσκήνιο και πρόβαλε άτομα που τα αδίκησε η ιστορία. Χρέος μας είναι ιερό να τις θυμόμαστε και να τις μνημονεύομε.
Της Παναγιώτας Ιωακειμίδου
www.makthes.gr