Η ιδέα του ξεσηκωμού κατά των Τούρκων δεν ήταν για τους κστοίκους της Πάφρας μια στιγμιαία έξαρση, αλλά υπήρχε μέσα τους χρόνια πριν την 19η Μαίου του 1919, όπου και ξεκίνησε η δεύτερη και πιο αιματηρή φάση της Γενοκτονίας των Ελλήνω του Πόντου, καθώς δεν είχαν πάψει να πολεμούν τους Τούρκους, τους Ντερεμπέηδες.
Για να προλάβει, λοιπόν, ο σουλτάνος έναν ενδεχόμενο, ακόμη, ξεσηκωμό των κατοίκων αυτών των περιοχών, έστειλε στις αρχές του 1800 φιρμάνι στους Ντερεμπέηδες, σύμφωνα με το οποίο ετίθετο εκτός νόμου το «άπιστο και βρωμερό έθνος των Γκιαούρηδων».
Με βάση το φιρμάνι αυτό και με τη δικαιοδοσία που είχαν οι Ντερεμπέηδες στην ζωή και στην περιουσία των χριστιανών (από το 1665 που τους το είχε εκχωρήσει ο σουλτάνος), οι Ντερεμπέηδες και οι άνθρωποι τους αρχίζουν και συλλαμβάνουν από τα χωριά της Πάφρας χιλιάδες Πόντιους άνδρες ηλικίας 15 μέχρι 50 ετών, με τη δικαιολογία ότι διατάχθηκαν από το σουλτάνο να καταταγούν στο τουρκικό στρατό.
Με την πρόφαση αυτή, λοιπόν, συνέλαβαν περισσότερους από 4.000 Έλληνες από τα χωριά και τις κωμοπόλεις της Πάφρας. Τους βιαίως, λοιπόν, στρατολογηθέντες Έλληνες τους μετέφεραν στην πόλη της Πάφρας και στη Σαμψούντα για να καταταχθούν, τάχα, στον τουρκικό στρατό. Εκεί που τους μετέφεραν, όμως ξεκίνησε και το μαρτύριό τους. Οι Τούρκοι έδεσαν τους Έλληνες ανά δύο πισθάγκωνα με σύρμα και τη νύχτα, χωρίς να γίνονται αντιληπτοί, τους μετέφεραν στο ποταμό Άλυ και τους έριξαν ζωντανούς στο ρεύμα του ποταμού.
Τούρκοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η ενέργεια αυτή των Ντερεμπέηδων έγινε εν άγνοια του σουλτάνου και της Υψηλής Πύλης. Έτσι θανατώθηκαν ομαδικά 4.000 κάτοικοι των χωριών της Πάφρας.
25 χρόνια αργότερα, ο Άγγλος ιστορικός Γουλιέλμος Χάριστον ανακάλυψε, τυχαία, σε διάφορα σημεία του ποταμού κόκαλα ανθρώπων που ήταν δεμένα τα χέρια τους με σύρμα.
Πηγή: Τανιμανίδης- Αντωνιάδης, «Το αντάρτικο του Πόντου»
Αχιλλέας Ανθεμίδης, «Τα απελευθερωτικά στρατεύματα του Ποντιακού Ελληνισμού 1912-1924».